Το κείμενο αυτό, διορθωμένο και ξανακοιταγμένο, περιλαμβάνεται στο βιβλίο μου "Γλώσσα μετ' εμποδίων" που κυκλοφορεί από τον Οκτώβρη του 2007 από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Περισσότερα για το βιβλίο μου αυτό, μπορείτε να διαβάσετε εδώ



 

Ο Γιοζέφ, ο Νορς και ο Σι Μαλάκας

 

Ο Γιοζέφ Γιαχουντά και ο Νορς Τζόζεφσον είναι οι δυο αγαπημένοι μελετητές των ελληναράδων. Γλωσσολόγοι βέβαια δεν είναι, και η ενασχόλησή τους με τα γλωσσικά είναι σαφώς ερασιτεχνική, ωστόσο διαθέτουν ένα άλλο ακαταμάχητο προσόν: έχουν γράψει βιβλία στα οποία «τεκμηριώνουν» την επίδραση της ελληνικής γλώσσας στα εβραϊκά ο πρώτος και στις γλώσσες του Ειρηνικού ο δεύτερος.

 

Για τον Γιοζέφ Γιαχουντά δεν θα γράψω πολλά αφενός διότι δεν έχω το βιβλίο του στα χέρια μου και αφετέρου επειδή είναι αρκετά πειστικά τα όσα γράφει η ελληνική Βικιπαίδεια: Στο βιβλίο του Hebrew is Greek ο συγγραφέας συνέκρινε λέξεις βάσει επιφανειακής ομοιότητας και απέτυχε να εφαρμόσει το κριτήριο της ομοχρονίας. Επί παραδείγματι, συνέκρινε μια εβραϊκή λέξη του 15ου αι. π.Χ. με μια μέση αγγλική τού 10ου αι. μ.Χ., επειδή ταιριάζει η μορφή τους, αγνοώντας ωστόσο τους αιώνες που χωρίζουν τις εν λόγω λέξεις και τις εν τω μεταξύ μεταβολές τους. Σε άλλες περιπτώσεις παραβλέπει τη διαφορά μεταξύ τής γλώσσας των Εβδομήκοντα και της γλώσσας των ομηρικών κειμένων, παραβάλλοντας τύπους που δεν σχετίζονται μεταξύ τους.

 

Το βιβλίο του Γιαχουντά, είναι (ευλόγως) αρκετά δυσεύρετο, με αποτέλεσμα να έχει πάρει σχεδόν θρυλικές διαστάσεις και μερικοί ελληνοκεντρικοί κύκλοι να διατείνονται πως κάποια μυστική συνωμοσία (ασφαλώς σιωνιστική) το έχει εξαφανίσει –πάντως υπάρχει, το έχω δει, το έχω φυλλομετρήσει σε φιλικό σπίτι, αλλά δεν ήταν εύκολο να κρατήσω σημειώσεις. Να σημειώσω ότι σε επαινετική κατά τα άλλα παρουσίαση του βιβλίου σε ελληνοκεντρικό περιοδικό, ένας κατά δήλωσή του μελετητής έψεξε τον συγγραφέα ότι δεν διάβασε όλες τις πηγές, αλλιώς θα πρόσθετε και άλλες ακόμα πιο εξωφρενικές ελληνικές «ετυμολογήσεις», σαν το ραββί από το ράβδος!

 

Ο Γιοζέφ Γιαχουντά δεν θα μπορούσε να ακούσει τις ελληναράδικες προτροπές, αφού έχει αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο το 1995, πλήρης ημερών ωστόσο -95 χρονών!

 

Αντιθέτως, ο Νορς Τζόζεφσον ζει και βασιλεύει και δίνει και συνεντεύξεις, όχι μόνο σε ελληνοκεντρικά έντυπα, αλλά και σε μεγάλες εφημερίδες. Είναι μάλιστα καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, αλλά όχι στη γλωσσολογία ή έστω σε συναφή κλάδο παρά στη μουσικολογία. Στο βιβλίο του Greek linguistic elements in the Polynesian languages: (Hellenicum Pacificum) παραθέτει εκατοντάδες λέξεις από γλώσσες λαών του Ειρηνικού Ωκεανού που υποτίθεται ότι είναι ελληνικής αρχής. Σύμφωνα με τον κ. Τζόζεφσον, οι Έλληνες έφτασαν εκεί από το Περού, όπου είχαν πάει σε κύματα, πριν από τους Ίνκας και μετά.

 

Το γλωσσικό υλικό που έχει μαζέψει ο κ. Τζόζεφσον περιέχει πράγματι αρκετές γνήσιες ελληνικές λέξεις… με τη διαφορά ότι αυτές έφτασαν στις γλώσσες της Πολυνησίας όχι από τους προκατακλυσμιαίους ή τέλος πάντων τους αρχαίους έλληνες αλλά από τους πολύ μεταγενέστερους Ευρωπαίους ιεραπόστολους, δηλαδή είναι δάνεια από τα αγγλικά ή τα ισπανικά. Περιέχει επίσης πολλές λέξεις τοπικών γλωσσών που κάπως μοιάζουν ηχητικά με ελληνικές λέξεις κάπως παρόμοιας σημασίας, όπως π.χ. το toko-toko, που σημαίνει ξύλο, κλαδί στη γλώσσα των νησιών του Πάσχα και κατά τον κ. Τζόζεφσον «προέρχεται» από το ελλ. δοκός –αγνοεί βέβαια ο καλός μουσικολόγος ότι στα ελληνικά το δοκός ετυμολογείται από το δέχομαι (το βάρος) και δεν σήμαινε οποιοδήποτε ξύλο. Για τις ομοηχίες αυτές ισχύει πέρα για πέρα αυτό που έχει γράψει κρίνοντας μιαν άλλη παρεμφερή περίπτωση ο Στάντης Αποστολίδης: «πέραν του ότι αυτές δεν είναι καν πραγματικές ομοηχίες, παρά μόνο για τ’αφτιά εκείνων που ακούν ό,τι θέλουν ν’ακούσουν, ομοηχίες τέτοιες ή και πειστικότερες, συναντιούνται σε κάμποσες περιπτώσεις μεταξύ δύο γλωσσών κι είναι απλά συμπτωματικές, δεν υποδεικνύουν γλωσσολογικές συγγένειες, αν δεν υπάρχουν παραλληλίες στις γλωσσικές δομές (στη Γραμματική, στη Σύνταξη, στη Φωνολογία)».

Πραγματικά, οι εντυπωσιακές συμπτώσεις λέξεων περίπου ομόηχων που έχουν παρόμοια σημασία σε διαφορετικές και μεταξύ τους άσχετες γλώσσες είναι πάρα πολλές. Το περσικό bad σημαίνει ‘κακός’, χωρίς φυσικά να είναι δάνειο από τα αγγλικά ή να το έχουν δανειστεί στα αγγλικά. Το κορεάτικο ne σημαίνει ‘ναι’ και μέχρι τώρα κανείς δεν είπε ότι τους το δάνεισαν οι προκατακλυσμιαίοι έλληνες (ωχ… τους δίνω ιδέες). Το τουρκικό qayik (από όπου και το δικό μας καΐκι) δεν βρίσκεται πολύ μακριά, είτε φωνητικά είτε σημασιολογικά, από το καγιάκ των Εσκιμώων. Το δύο στα κορεάτικα είναι tu, πολύ όμοιο με το αγγλικό two, αλλά όχι δάνειο. Διαβάζω κάπου ότι στη γλώσσα των Ινδιάνων Ναχουάτλ ο Θεός είναι teo –κι εκεί πήγαν προκατακλυσμιαίοι μας πρόγονοι;

 

Μάτα Κίτε Ράνι

Όμως το βαρύ πυροβολικό της μελέτης του Τζόζεφσον και των ελληναράδων οπαδών του είναι το Μάτα Κίτε Ράνι. Τα αγάλματα της Νήσου του Πάσχα λέγονται στη ντόπια γλώσσα (τη Ραπανούι) «Μάτα Κίτε Ράνι» ή κάπως έτσι, και αυτό είναι αρκετά γνωστό. Δηλαδή, μάτια που κοιτούν τον ουρανό, αναφωνεί αμέσως κανείς, και τι χρείαν έχομεν άλλων μαρτύρων. Με μια δεύτερη ματιά, η εκπληκτική ομοιότητα γίνεται λιγότερο εκπληκτική και αρκετά λιγότερο ομοιότητα. Το μάτι είναι μεσαιωνικό, από το ομμάτιον, υποκοριστικό του όμμα. Αν οι προκατακλυσμιαίοι έλληνες μετέδωσαν τη λέξη στους πολυνήσιους, δεν θα μετέδωσαν ωστόσο μαζί και τους κανόνες δημιουργίας υποκοριστικών. Επίσης το κοιτάζω δεν είχε στην αρχαιότητα τη σημερινή σημασία: σήμαινε «φροντίζω κάποιον, τον βάζω να κοιμηθεί». Αν μεταδόθηκε τότε, έτσι, ασφαλώς δεν θα είχε την ίδια σημασιολογική εξέλιξη. Αφήνω ότι το «οι» δεν προφερόταν στην αρχαιότητα σαν «ι». Τέλος, το ράνι, που παρουσιάζει λιγότερα σημασιολογικά, μορφολογικά ή φωνολογικά προβλήματα από την ελληνική πλευρά της υποτιθέμενης σχέσης, δεν είναι «και τόσο» rani, αφού το βρίσκω να γράφεται έρρινο, rangi.

 

Αυτά τα αναφέρω πιο πολύ για να δούμε ότι μια εντυπωσιακή ομοιότητα, που αν δεν την ξέρει κανείς τον κάνει να εκπλήσσεται την πρώτη φορά που την ακούει, δεν είναι και τόσο εντυπωσιακή ούτε και τόσο ομοιότητα αν την εξετάσει κανείς από πιο κοντά. Ωστόσο, ακόμα κι αν δεν συντρέχαν αυτές οι σημασιολογικές και άλλες διαφορές, ακόμα κι αν τα μάτι και κοιτάζω ήταν απαράλλαχτα στην αρχαιότητα, πάλι θα έπρεπε να αποκλείσουμε κάθε ιδέα επαφής, εκτός πια κι αν υπήρχαν κι άλλες ενδείξεις. Να πω εδωπέρα ότι η «εκπληκτική ομοιότητα» δεν είναι πατέντα των ελληναράδων· ήταν γνωστό ακόμη και στον 19ο αιώνα ότι το μάτα σημαίνει μάτια σε κάποιες γλώσσες ινδιάνων της Νότιας Αμερικής, αφού το αναφέρει και ο Εμμ. Ροΐδης στα Είδωλα, σαν παράδειγμα ομοιότητας που δεν σημαίνει τίποτε άλλο.

 

Ωστόσο, για να ευθυμήσουμε λίγο, έρχομαι να προτείνω μια, πιστεύω αναντίρρητη, ένδειξη ελληνικής, και δη προκατακλυσμιαίας, παρουσίας στον Ειρηνικό Ωκεανό. Όπως μπορείτε να δείτε με μια απλή αναζήτηση στο Διαδίκτυο, ο γενάρχης των Φιλιππινέζων στη μυθολογία τους, το ανάλογο του Αδάμ δηλαδή ή του Δευκαλίωνα αν προτιμάτε, λέγεται Si Malakas και η καλή του, το αντίστοιχο της Εύας δηλαδή ή της Πύρρας αν προτιμάτε, λέγεται Si Maganda. Οι ντόπιοι πιστεύουν ότι Malakas σημαίνει δυνατός, και μάλιστα σύμφωνα με έναν μύθο ξεπήδησε, μαζί με την καλή του, από ένα καλάμι. Όμως τι ξέρουν οι φτωχοί; Αυτά είναι μυθολογίες.

 

Εμείς ξέρουμε την Αλήθεια. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο γενάρχης των Φιλιππινέζων ήταν προκατακλυσμιαίος έλληνας που έφτασε με τα ελληνικά κοίλα πλοία και αποβιβάστηκε στα νησιά του Ειρηνικού για να τους μεταλαμπαδεύσει τον ελληνικό πολιτισμό. Κι ενώ οι άγλωσσοι ιθαγενείς είχαν μαζευτεί στην ακτή και κοίταζαν γεμάτοι θαυμασμό τους λεβεντόκορμους επισκέπτες, ο πλοίαρχος έλεγε με μεγάλη φωνή (μεταφράζω από τα προκατακλυσμιαία ελληνικά): Εμπρός παλικάρια μου να μεταλαμπαδεύσουμε την τρισχιλιετή μας γλώσσα σε τούτη τη μακρινή γωνιά, να μεταδώσουμε τα ιδεώδη της φυλής μας στους απολίτιστους αγρίους… Όπως ξέρετε όμως, η πειθαρχία δεν είναι το φόρτε της φυλής μας και ούτε τότε ήταν.

 

            Κάποιος ναύτης, ασφαλώς πρόγονος του Θερσίτη, είπε στον διπλανό του:

        Μας έπρηξε τούτος ο μαλάκας!

        Ποιος είναι μαλάκας ρε; ρώτησε εξαγριωμένος ο πλοίαρχος που το άκουσε.

        Συ, του απάντησε μεγαλόφωνα και θαρρετά ο Θερσίτης.

        Εσένα θα σε κανονίσω μετά, είπε ο πλοίαρχος κι έδωσε τόπο στην οργή συναισθανόμενος τη σημασία της στιγμής.

Και πήδηξε στη χρυσή άμμο. Και οι άγλωσσοι ιθαγενείς, που είχαν ακούσει όλη τη στιχομυθία και ρούφηξαν τον Έλληνα Λόγο όπως το διψασμένο χώμα τις πρώτες σταγόνες της βροχής, έσπευσαν να στεφανώσουν με άνθη τον μακρινό πρόγονό μας, κραυγάζοντας ρυθμικά το όνομά του «Σι Μαλάκας!», «Σι Μαλάκας!», «Σι Μαλάκας!» και να τον λατρέψουν σαν θεόσταλτο γενάρχη τους. Όσο κι αν προσπάθησε αργότερα να τους μεταπείσει ο ηρωικός εκείνος πλοίαρχος ότι δεν λέγεται έτσι, η αλήθεια είναι ότι καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.

 

Γι’ αυτό και πιστεύω ότι όταν αναφερόμαστε στον μυθικό γενάρχη των Φιλιππινέζων πρέπει να τον γράφουμε «Συ Μαλάκας» για να διατηρούμε το ετυμολογικό ίνδαλμα της λέξης.

 

Υ.Γ.

Σπεύδω να διευκρινίσω ότι οι τελευταίες παράγραφοι (από το Εμείς ξέρουμε την αλήθεια… και μετά) είναι χιουμοριστικές. Η ατάκα για τους άγλωσσους ιθαγενείς είναι εμπνευσμένη από προηγούμενο σημείωμα. Ωστόσο, τα υπόλοιπα είναι πέρα για πέρα αλήθεια: ο μυθικός γενάρχης των Φιλιππινέζων πράγματι λέγεται Si Malakas, που σημαίνει δυνατός. Αυτό το έχω ανακαλύψει εδώ και μερικά χρόνια και το έχω διασταυρώσει. Το εύρημα το δανείστηκε και ο πατέρας μου Δημήτρης Σαραντάκος και το χρησιμοποιεί στο μυθιστόρημά του Τα έπη των Αριμασπών.

 

 

 

'Αλλα κείμενα αντάξια του Γκας Πορτοκάλος
Αρχική σελίδα του Νίκου Σαραντάκου


© 2007 Νίκος Σαραντάκος
sarant@pt.lu